Νέο χτύπημα στο δικαίωμα της απεργίας, το Ν/Σ Χατζηδάκη θέλει να «ξεμπερδεύει» με τις διεκδικήσεις.
Τα επικίνδυνα απέναντι στο δικαίωμα της απεργίας τμήματα του νομοσχεδίου Χατζηδάκη ήρθαν στην επιφάνεια του δημοσίου διαλόγου μετά από δηλώσεις του ίδιου για τα σχετικά άρθρα. Μετά τα σχόλια για «ανθρώπους που δεν τους πειράζει να κουράζονται και θέλουν να δουλεύουν περισσότερο» και τον ισχυρισμό ότι δεν μειώνονται οι αποδοχές αφού απλώς θα «πληρώνονται σε ρεπό», άλλη μια «ανάλαφρη» δήλωση περί «αξιοπιστίας του συνδικαλισμού» προκαλεί επιδεικτικά τη νοημοσύνη μας. Προσπαθούν να μας πείσουν για τη διασφάλιση των εργασιακών μας δικαιωμάτων την ίδια στιγμή που τα καταργούν !
Η αναφορά γίνεται σχετικά με τα άρθρα που «ρυθμίζουν» το δικαίωμα στην απεργία. Πιο συγκεκριμένα ορίζεται πως απαγορεύεται η απεργία χωρίς πλειοψηφία του 50% των οικονομικών τακτοποιημένων μελών και χωρίς την παροχή «πραγματικής δυνατότητας εξ αποστάσεως συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση και ψήφου σε όποιο μέλος το επιθυμεί». Οι απαιτούμενες ηλεκτρονικές ψηφοφορίες ήδη στοχεύουν σε φακέλωμα των εν δυνάμει απεργών και περιορίζουν τη δυνατότητα διεξαγωγής της απεργίας. Η επίθεση απέναντι σε όσους αντιδρούν όμως δεν σταματά εκεί. Τα άρθρα 92 με 94 του ν/σ είναι καταστροφικά και συνδέονται άμεσα με τις τελευταίες δηλώσεις του Υπουργού. Έτσι:
«Η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν σ αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οποιονδήποτε.»
Ταυτόχρονα το προσωπικό αυτό που ορίζεται ως «Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας» επιβάλλεται να αποτελεί το 1/3 επί του συνόλου, το οποίο αν δεν καθοριστεί, η κήρυξη απεργίας απαγορεύεται.
Οι όροι αυτοί καθιστούν σχεδόν αυτονόητη την ανακήρυξη μιας απεργίας ως «παράνομη και καταχρηστική» καταργώντας στην ουσία πλήρως το δικαίωμα στην απεργία και την διεκδίκηση από εργαζομένους και σωματεία, δίνοντας το ελεύθερο σε κάθε είδους εργοδοτική αυθαιρεσία και διασφαλίζοντας με κάθε τρόπο τα εργοδοτικά συμφέροντα. Επιπλέον αν μια απεργία κριθεί καταχρηστική από το δικαστήριο δε θα μπορεί να επαναπροκηρυχθεί από άλλο δευτεροβάθμιο σωματείο για κάλυψη της πρώτης. Στο όνομα της διαφύλαξης «των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου», αιώνιου απεργοσπαστικού επιχειρήματος, το ν/σ νομιμοποιεί την απεργοσπασία, σχεδόν την επιβάλλει, ποινικοποιώντας την ίδια στιγμή κάθε απεργιακό αγώνα.
Μια τελευταία παρατήρηση που οφείλει να γίνει είναι πως δίνεται στον εργοδότη η δυνατότητα να ζητήσει ανά πάσα στιγμή διεξαγωγή δημοσίου διαλόγου ενώπιον του Ο.ΜΕ.Δ., κατά τη διάρκεια διεξαγωγής του οποίου αναστέλλεται οποιαδήποτε απεργιακή κίνηση.
Η κυβέρνηση των α(χ)ρίστων και ανέμελων μας κάνει ξεκάθαρο πως θέλει να «ξεμπερδεύει» με το συνδικαλισμό (όπως και με κάθε μέσο αντίδρασης και οργάνωσης του κινήματος), την ίδια στιγμή που μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε πλήρη υποδούλωση απέναντι στην εργοδοσία. Οι ζωές μας θα ρυθμίζονται με βάση τις ωραριακές ανάγκες του εργοδότη, οι συμβάσεις ατομικές, οι απεργίες παράνομες, όσοι διεκδικούν φακελωμένοι. Αν αφήσουμε το ν/σ να περάσει οι νέες γενιές δε θα γνωρίσουν την οκτάωρη και πενθήμερη εργασία, πόσο μάλλον καλύτερες συνθήκες και εργασιακά δικαιώματα, αλλά θα εργάζονται με όρους και συνθήκες «ρωμαϊκής γαλέρας». Η μαζική αντίδρασή μας με απεργίες και κινητοποιήσεις είναι πιο κρίσιμη από ποτέ. Να μη ζήσουμε σαν δούλοι. Όλοι στους δρόμους!
ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ